αντίμετρο

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

名詞[編輯]

αντίμετρο (antímetron (複數 αντίμετρα)

  1. 對策 (更常用複數形式)

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]

  • 參見:μέτρο n (métro, 測量;公尺)