跳至內容

αντίδοτο

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

源自通用希臘語 ἀντίδοτον (antídoton)

名詞[編輯]

αντίδοτο (antídoton (複數 αντίδοτα)

  1. (醫學) 解毒劑
    近義詞: αντιφάρμακο (antifármako)
  2. (比喻義) 靈丹妙藥

變格[編輯]

拓展閱讀[編輯]