αμπελοφάσουλο

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

αμπέλι (ampéli, 葡萄藤) +‎ φασόλι (fasóli, )

名詞[編輯]

αμπελοφάσουλο (ampelofásoulon (複數 αμπελοφάσουλα)

  1. 四季豆

派生詞[編輯]

拓展閱讀[編輯]