αλευροποίηση

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

αλεύρι (alévri, 麵粉) +‎ -ποίηση (-poíisi)

名詞[編輯]

αλευροποίηση (alevropoíisif (複數 αλευροποιήσεις)

  1. 麵粉

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]