跳转到内容

ἀγαλλιασόμενος

维基词典,自由的多语言词典

古希腊语

[编辑]

发音

[编辑]
 

动词

[编辑]

ἀγαλλιασόμενος (agalliasómenos)

  1. ἀγαλλιάω (agalliáō)将来时中间态分词

屈折

[编辑]