πυκνότερος

维基词典,自由的多语言词典

古希腊语[编辑]

发音[编辑]

 

形容词[编辑]

πυκνότερος (puknóterosm (阴性 πυκνοτέρᾱ,中性 πυκνότερον); 第一类/第二类

  1. πυκνός (puknós)比较级

变格[编辑]