跳转到内容

προγεγενημένος

维基词典,自由的多语言词典

古希腊语[编辑]

发音[编辑]

 

分词[编辑]

προγεγενημένος (progegenēménosm (阴性 προγεγενημένη,中性 προγεγενημένον); 第一类/第二类

  1. προγίγνομαι (progígnomai)完成时中间态分词

变格[编辑]