ματοκύλισμα
希腊语[编辑]
名词[编辑]
ματοκύλισμα (matokýlisma) n (复数 ματοκυλίσματα)
- (口) αιματοκύλισμα (aimatokýlisma)的另一种写法
变格[编辑]
ματοκύλισμα的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | ματοκύλισμα • | ματοκυλίσματα • |
属格 | ματοκυλίσματος • | ματοκυλισμάτων • |
宾格 | ματοκύλισμα • | ματοκυλίσματα • |
呼格 | ματοκύλισμα • | ματοκυλίσματα • |
相关词汇[编辑]
- ματοκυλίζω (matokylízo, “屠杀”)
- 并参见:αίμα n (aíma, “血”)