καθαιρόμενος

维基词典,自由的多语言词典

古希腊语[编辑]

发音[编辑]

 

分词[编辑]

κᾰθαιρόμενος (kathairómenosm (阴性 κᾰθαιρομένη,中性 κᾰθαιρόμενον); 第一类/第二类

  1. καθαίρω (kathaírō)现在时中动态分词

变格[编辑]