跳转到内容

ηλεκτρόδιο

维基词典,自由的多语言词典

希腊语

[编辑]

名词

[编辑]

ηλεκτρόδιο (ilektródion (复数 ηλεκτρόδια)

  1. (物理学化学电学) 电极
    同类词:άνοδος (ánodos)κάθοδος (káthodos)ιόν (ión)

变格

[编辑]

相关词汇

[编辑]

延伸阅读

[编辑]