βεβαιότερος

维基词典,自由的多语言词典

古希腊语[编辑]

发音[编辑]

 

形容词[编辑]

βεβαιότερος (bebaióterosm (阴性 βεβαιοτέρᾱ,中性 βεβαιότερον); 第一类/第二类

  1. βέβαιος (bébaios)比较级

变格[编辑]