αμυγδαλή
参见:ἀμυγδάλη
希腊语[编辑]
词源[编辑]
发音[编辑]
名词[编辑]
αμυγδαλή (amygdalí) n (复数 αμυγδαλές)(常用复数)
变格[编辑]
αμυγδαλή的变格
相关词汇[编辑]
- αμυγδαλίτιδα f (amygdalítida, “扁桃体炎”)
- αμυγδαλεκτομή f (amygdalektomí, “扁桃体切除”)
- 参见:αμύγδαλο n (amýgdalo, “扁桃”)
拓展阅读[编辑]
- (杏仁核): Αμυγδαλή (εγκέφαλος)在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el
- (扁桃体): Αμυγδαλές在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el