ακριβοθυγατέρα

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

词源[编辑]

ακριβο- (akrivo-, 珍贵的) +‎ θυγατέρα (thygatéra, 女儿)

名词[编辑]

ακριβοθυγατέρα (akrivothygatéraf (复数 ακριβοθυγατέρες,阳性 ακριβογιός)

  1. 爱女
  2. (引申) 独生女

变格[编辑]