αιθαλομίχλη
希腊语[编辑]
词源[编辑]
αιθάλη (aitháli, “煤烟”) + ομίχλη (omíchli, “雾”)
名词[编辑]
αιθαλομίχλη (aithalomíchli) f (不可数)
变格[编辑]
αιθαλομίχλη的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | αιθαλομίχλη • | αιθαλομίχλες • |
属格 | αιθαλομίχλης • | αιθαλομιχλών • |
宾格 | αιθαλομίχλη • | αιθαλομίχλες • |
呼格 | αιθαλομίχλη • | αιθαλομίχλες • |
近义词[编辑]
- νέφος f (néfos)
拓展阅读[编辑]
- αιθαλομίχλη在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el