ύφασμα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

源自古希臘語 ὕφασμα (húphasma, 紡織品)

名詞[编辑]

ύφασμα (ýfasman (复数 υφάσματα)

  1. 布料面料織物

變格[编辑]

參見[编辑]

  • πανί n (paní, 布料,織物)
  • υφή f (yfí, 紋理)