χειρόγραφο

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

名詞[编辑]

χειρόγραφο (cheirógrafon (复数 χειρόγραφα)

  1. 手稿

變格[编辑]

近義詞[编辑]

參見[编辑]

形容詞[编辑]

χειρόγραφο (cheirógrafo)

  1. χειρόγραφος (cheirógrafos)賓格單數陽性形式。
  2. χειρόγραφος (cheirógrafos)主格賓格呼格單數中性形式。