σεσημασμένος

維基詞典,自由的多語言詞典

古希臘語[编辑]

發音[编辑]

 

分詞[编辑]

σεσημασμένος (sesēmasménosm (陰性 σεσημᾰσμένη,中性 σεσημᾰσμένον); 第一類/第二類

  1. σημαίνω (sēmaínō)完成時中動態分詞

屈折[编辑]