σαπούνι
希臘語[编辑]
其他寫法[编辑]
- (純正希臘語) σάπων (sápon)
詞源[编辑]
源自中古希臘語 σαπούνιν (sapoúnin, “肥皂”),繼承自通用希臘語 σαπώνιον (sapṓnion),σάπων (sápōn, “肥皂”)的指小詞,借自拉丁語 sāpō (“肥皂”)。
發音[编辑]
名詞[编辑]
σαπούνι (sapoúni) n (复数 σαπούνια)
變格[编辑]
σαπούνι的變格
派生語彙[编辑]
相關詞彙[编辑]
- αποσάπουνο n (aposápouno, “肥皂用剩的部分”)
- σαπουνάδα f (sapounáda, “肥皂水”)
- σαπουνίζω (sapounízo, “用肥皂洗”)
- σαπουνόπερα f (sapounópera, “肥皂劇”)
- σαπωνοποίηση f (saponopoíisi, “皂化”)