跳转到内容

λιονταρίνα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語

[编辑]

名詞

[编辑]

λιονταρίνα (liontarínaf (复数 λιονταρίνες)

  1. 雌獅

變格

[编辑]

相關詞彙

[编辑]

拓展閱讀

[编辑]