跳转到内容

βλακείες

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語

[编辑]

名詞

[编辑]

βλακείες (vlakeíesf

  1. βλακεία (vlakeía)主格複數
  2. βλακεία (vlakeía)賓格複數
  3. βλακεία (vlakeía)呼格複數