αμυγδαλόλαδο

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

名詞[编辑]

αμυγδαλόλαδο (amygdalóladon (复数 αμυγδαλόλαδα)

  1. 扁桃

變格[编辑]

相關詞彙[编辑]