γαλατάς

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

源自γάλα (gála, 奶,乳) +‎ -άς (-ás)

名詞[編輯]

γαλατάς (galatásm (複數 γαλατάδες,陰性 γαλατού)

  1. 奶人

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]