跳转到内容

ανοιγμένος

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

词源[编辑]

ανοίγω (anoígo, 打开) 的完成被动分词

分词[编辑]

ανοιγμένος (anoigménosm (阴性 ανοιγμένη,中性 ανοιγμένο)

  1. 打开

变格[编辑]

相关词汇[编辑]