ανθρακίτης

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

名詞[编辑]

ανθρακίτης (anthrakítism (复数 ανθρακίτες)

  1. 無煙煤

變格[编辑]

相關詞彙[编辑]