αιγόδερμα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

αίγα (aíga, 山羊) +‎ δέρμα (dérma, 皮膚)

名詞[编辑]

αιγόδερμα (aigóderman (复数 αιγοδέρματα)

  1. 山羊

變格[编辑]

近義詞[编辑]

相關詞彙[编辑]

  • 參見:αίγα f (aíga, 家養山羊)

參見[编辑]