άγκυρα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

源自古希臘語 ἄγκυρα (ánkura)

名詞[编辑]

άγκυρα (ágkyraf (复数 άγκυρες)

  1. (航海)
    ρίχνω άγκυραríchno ágkyra
    σηκώνω άγκυραsikóno ágkyra

變格[编辑]

相關詞彙[编辑]