ασβέστιο

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

源自古希臘語 ἄσβεστος (ásbestos)

名詞[編輯]

ασβέστιο (asvéstion (不可數)

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]

拓展閱讀[編輯]