跳转到内容

βασιλιάς

维基词典,自由的多语言词典

希腊语

[编辑]

其他写法

[编辑]

词源

[编辑]

继承自中世纪中古希腊语 βασιλιάς < βασιλέας (basiléas),发生 [ʎa] 的元音缩合,以避免连读。源自古希腊语 βασιλεύς (basileús王,皇帝,领导者)[1],源自原始希腊语 *gʷatiléus。本词原型最早见于迈锡尼时期,源头不确定,可能源自小亚细亚。[2]也参见βασίλισσα (basílissa女王,后)

发音

[编辑]

名词

[编辑]

βασιλιάς (vasiliásm (复数 βασιλιάδες,阴性 βασίλισσα)

  1. 国王
    Ο Βασιλιάς των Λιονταριών
    O Vasiliás ton Liontarión
    狮子
  2. (国际象棋)
  3. (比喻义) 巨头
    Ο Φορντ ήταν βασιλιάς της αυτοκινητοβιομηχανίας.
    O Fornt ítan vasiliás tis aftokinitoviomichanías.
    福特是汽车业的巨头

变格

[编辑]
βασιλιάς 的变格
单数 复数
主格 βασιλιάς (vasiliás) βασιλιάδες (vasiliádes)
属格 βασιλιά (vasiliá) βασιλιάδων (vasiliádon)
宾格 βασιλιά (vasiliá) βασιλιάδες (vasiliádes)
呼格 βασιλιά (vasiliá) βασιλιάδες (vasiliádes)

近义词

[编辑]

派生词

[编辑]

相关词汇

[编辑]

参见

[编辑]
希腊语中的国际象棋棋子πεσσοί (pessoí)(布局 · 文字)
♚ ♛ ♜ ♝ ♞ ♟
βασιλιάς (vasiliás) βασίλισσα (vasílissa) πύργος (pýrgos) αξιωματικός (axiomatikós), τρελός (trelós) ίππος (íppos) στρατιώτης (stratiótis), πιόνι (pióni)

参考资料

[编辑]
  1. βασιλιάς in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
  2. βασιλιάς - Babiniotis, Georgios (2010年) Ετυμολογικό λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας Etymologikó lexikó tis néas ellinikís glóssas [现代希腊语词源词典],雅典:Lexicology Centre