χειροκρότημα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

χειροκροτώ (cheirokrotó, 鼓掌) +‎ -μα (-ma)

名詞[编辑]

χειροκρότημα (cheirokrótiman (复数 χειροκροτήματα)

  1. 鼓掌掌聲

變格[编辑]