φοβητσιάρης

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

形容詞[编辑]

φοβητσιάρης (fovitsiárism (陰性 φοβητσιάρα,中性 φοβητσιάρικο)

  1. 膽小的,懦弱
  2. (作名詞) 懦夫膽小鬼

變格[编辑]