μετρώ

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

發音[编辑]

動詞[编辑]

μετρώ (metró)

  1. (正式) μετράω (metráo)的另一種寫法

變位[编辑]

參見μετράω (metráo)