βαθυσκάφος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

βαθύς (vathýs, 深的) +‎ σκάφος (skáfos, 船身,船)

名詞[编辑]

βαθυσκάφος (vathyskáfosn (复数 βαθυσκάφη)

  1. 深海潛水艇

變格[编辑]

拓展閱讀[编辑]