αφήνω

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

其他寫法[编辑]

詞源[编辑]

源自中世紀中古希臘語 ἀφήνω (aphḗnō),詞形變化自古希臘語ἀφίημι (aphíēmi)的不定過去式ἄφησα (áphēsa)[1][2]

發音[编辑]

動詞[编辑]

αφήνω (afíno) (過去簡單式 άφησα被動語態 αφήνομαι被動過去 αφέθηκα被動完成分詞 αφημένος)

  1. 鬆開,讓其自由移動
    άφησε το μολύβι του να πέσει στο πάτωμα
    áfise to molývi tou na pései sto pátoma
    他鬆開鉛筆讓它掉到地上
  2. 釋放
    τον άφησαν ελεύθερο
    ton áfisan eléfthero
    他們放它走了
  3. 把……在,把……
    άφησα το πορτοφόλι μου πάνω στο τραπέζι
    áfisa to portofóli mou páno sto trapézi
    我把我的錢包在桌子上
    αφήστε με ήσυχη (άστε με ήσυχη)
    afíste me ísychi (áste me ísychi)
    我一個人待著(陰性)
  4. 遺留下;遺贈
    ο θείος μου μου άφησε στη διαθήκη του ένα διαμέρισμα
    o theíos mou mou áfise sti diathíki tou éna diamérisma
    我的叔叔在遺囑中給我留下一間公寓
  5. 離開放棄
    άφησε την πατρίδα του και πήγε στην Αμερική
    áfise tin patrída tou kai píge stin Amerikí
    離開家鄉去了美國
  6. 允許准許

變位[编辑]

相關詞彙[编辑]

參考資料[编辑]

  1. αφήνω in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
  2. Template:R:Babiniotis 2010