ανατομή

維基詞典,自由的多語言詞典

希腊语[编辑]

发音[编辑]

名词[编辑]

ανατομή (anatomíf (复数 ανατομές)

  1. (醫學解剖學) 解剖

变格[编辑]

相关词汇[编辑]