跳转到内容

αλπινιστής

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語

[编辑]

詞源

[编辑]

Άλπεις (Álpeis阿爾卑斯山) +‎ -ιστής (-istís用於人的後綴)仿譯法語 alpiniste

名詞

[编辑]

αλπινιστής (alpinistísm (复数 αλπινιστές,阴性 αλπινίστρια)

  1. 登山家

變格

[编辑]