αγραμματοσύνη

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

αγράμματος (agrámmatos, 文盲的) +‎ -σύνη (-sýni, 名詞後綴)

名詞[编辑]

αγραμματοσύνη (agrammatosýnif (复数 αγραμματοσύνες)

  1. 文盲

變格[编辑]

相關詞彙[编辑]