Ελβετή

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

其他寫法[编辑]

名詞[编辑]

Ελβετή (Elvetíf (复数 Ελβετές,阳性 Ελβετός)

  1. 瑞士人(女性)

變格[编辑]

相關詞彙[编辑]